Κωνσταντίνος Βαλσαμάκης: Το κύμα ακρίβειας και η αντιμετώπισή του

Στο διάστημα Οκτωβρίου 2020 – Οκτωβρίου 2021, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, καταγράφηκαν αυξήσεις κατά 132,3% στο φυσικό αέριο, κατά 45,9% στο πετρέλαιο θέρμανσης και κατά 18,9% στο ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ σημειώθηκαν ανατιμήσεις στο σύνολο σχεδόν των ειδών διατροφής.

Παρότι η καθημερινότητα των πολιτών κυριαρχείται από πληροφορίες για την πανδημία, το κύμα ακρίβειας που έχει κατακλύσει την ζωή μας μόνο απαρατήρητο δεν περνά.

Στο διάστημα Οκτωβρίου 2020 – Οκτωβρίου 2021, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, καταγράφηκαν αυξήσεις κατά 132,3% στο φυσικό αέριο, κατά 45,9% στο πετρέλαιο θέρμανσης και κατά 18,9% στο ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ σημειώθηκαν ανατιμήσεις στο σύνολο σχεδόν των ειδών διατροφής (πχ άνοδος της τιμής του ελαιόλαδου κατά 22,1%, του αρνιού- κατσικιού κατά 16,3% κ.α.).Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, «ο μέσος μισθός στην Ελλάδα συρρικνώθηκε κατά 2,5%, όταν στην Ευρωζώνη μειώθηκε κατά 1% και στην ΕΕ κατά 0,6%.». Το συνδυαστικό αποτέλεσμα των παραπάνω στοιχείων είναι η σταδιακή φτωχοποίηση των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων και η ταυτόχρονη ισχυροποίηση των «οικονομικών και πολιτικών ελίτ», μικρών δηλαδή τμημάτων της κοινωνίας επί της ουσίας αποκομμένων από την πραγματικότητα (και τις καθημερινές δυσκολίες) που αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, που διαχειρίζονται όμως σημαντικό μέρος της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας.

Αυτή η διαμορφωθείσα κατάσταση, όπως θα αναλυθεί και στη συνέχεια, οδηγεί σε μια πολύ ιδιαίτερη μορφή ανάπτυξης όπου, σύμφωνα με τη μελέτη του ΕΝΑ «Σε σχήμα «Κ» και με ανισότητες η ανάκαμψη», δημιουργείται σταδιακά αλλά σταθερά μια κοινωνία σημαντικών ανισοτήτων. Στη μία πλευρά ένα μικρό τμήμα της κοινωνίας αναπτύσσεται, έχει πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία και πόρους, έχει καλοπληρωμένη και ποιοτική εργασία, δραστηριοποιείται σε αναπτυσσόμενους κλάδους (πχ ψηφιακή οικονομία κ.α.) και κινείται δυναμικά. Στην άλλη πλευρά ένα άλλο (μεγαλύτερο) τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, αντιμετωπίζει υψηλή ανεργία, επισφαλή εργασία, χαμηλούς μισθούς, υψηλό κόστος ζωής, αποκλεισμό από το τραπεζικό σύστημα ενώ δραστηριοποιείται ως επί το πλείστον σε παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας (πχ εστίαση, εμπόριο κ.α.).

1. Τα μακροοικονομικά μεγέθη στην Ελλάδα και στη ζώνη του Ευρώ

Για πολλά χρόνια και μέχρι πρόσφατα, ο πληθωρισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση κινούνταν σε χαμηλά επίπεδα και δεν απασχολούσε ιδιαίτερα τους οικονομολόγους, κάτι που πλέον όμως έχει αλλάξει. Τον Οκτώβριο, ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ θα αγγίξει το 4,1% σε σχέση με το 3,4% του Σεπτεμβρίου. Στην Ελλάδα, η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοίνωσε τον Οκτώβριο πληθωρισμό της τάξης του 3,4% σε σχέση με το 2,2% του Σεπτεμβρίου.

Αντίστοιχα η ανεργία στη ζώνη του ευρώ, τον Σεπτέμβριο του 2021 κατεγράφη στο 7,4% σε σχέση με 7,5% τον Αύγουστο, ενώ στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2021 ανήλθε σε 13,9% έναντι του 16,9% τον Αύγουστο του 2020 και 14,0% τον Ιούλιο του 2021.

Η δε μέση μηναία δαπάνη ανά νοικοκυριό στην Ελλάδα μειώθηκε το 2020 στα 1.331,8 ευρώ από τα 1.478,22 που ήταν το 2021. Σημειώνεται ότι το 45,3% μέσης μηνιαίας δαπάνης αφορά σε δαπάνες διατροφής και στέγασης

Συνεπώς, τα επίσημα στοιχεία (από Eurostat και ΕΛΣΤΑΤ) δείχνουν ότι ο πληθωρισμός κινείται σταθερά ανοδικά στη ζώνη του ευρώ και η Ελλάδα ακολουθεί αυτή την ανοδική πορεία, κάτι που δημιουργεί ασφυκτικές πιέσεις στα νοικοκυριά, ειδικά αν συνυπολογιστεί και το γεγονός της αμελητέας και «συμβολικής» μόνο αύξησης 2% που θα δοθεί στον κατώτατο μισθό στις αρχές του 2022.

Ασφαλής εκτίμηση για την πορεία της ανεργίας στη χώρα μας δεν μπορεί γίνει με τα στοιχεία του Αυγούστου που έχουμε στη διάθεσή μας, αφού τους καλοκαιρινούς μήνες, λόγω του τουρισμού και της εποχιακής εργασίας, η ανεργία κινείται χαμηλότερα. Σε κάθε περίπτωση όμως, ανεργία της τάξης του 14% δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κανονική συνθήκη και σίγουρα οι επιπτώσεις της πανδημίας θα παίξουν σημαντικό ρόλο.

Τέλος, η μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης ανά νοικοκυριό κατά σχεδόν 10% το 2020 σε σχέση με το 2019 (αν και εδώ οφείλουμε να σταθούμε και στις επιπτώσεις της πανδημίας στο εισόδημα των πολιτών),είναι απολύτως ενδεικτική των δυσκολιών και των εισοδηματικών περιορισμών που τα νοικοκυριά στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια, ειδικά αν συνυπολογιστεί ότι η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών από το 2008 μέχρι το 2016μειωνόταν συνεχώς ενώ από το 2016 μέχρι το 2019 αυξανόταν σταθερά.

Balsamkhs kuma akribeias antimetwpish

Η ανάλυση των παραπάνω δεδομένων αλλά και δεικτών που μπορούν να θεωρηθούν και ως «δείκτες ευημερίας»,όπως για παράδειγμα οι πωλήσεις νέων αυτοκινήτων που τόσο τον Αύγουστο όσο και τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους παρουσίασαν πτώση 10% και 7% αντίστοιχα σε σχέση με τα περυσινά στοιχεία του ΣΕΑΑ, αλλά και ότι σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή «Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021 ανήλθε σε 16.707,7 εκατ. ευρώ (19.689,5 εκατ. δολάρια) έναντι 13.795,9 εκατ. ευρώ (15.334,3 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2020, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ, 21,1%», οδηγούν στο συμπέρασμα ότι σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας βρέθηκε (και ακόμα βρίσκεται) αντιμέτωπο αφενός με τις επιπτώσεις της πανδημίας και των (αμφιλεγόμενων σε πολλές περιπτώσεις) πολιτικών διαχείρισής της και αφετέρου βρίσκεται εν μέσω μιας συνθήκης ανάκαμψης ανισόρροπης & άνισης, σχήματος «Κ» όπως ήδη αναφέρθηκε στην αρχή .

2. Οι προτάσεις που μπορούν να κάνουν τη διαφορά σε μια προοδευτική κατεύθυνση

Το γνωστό τρίπτυχο «ιδιωτικοποιήσεις – κατάργηση κάθε ελέγχου της αγοράς – μείωση των κρατικών δαπανών/μείωση φορολογίας των επιχειρήσεων» του δόγματος του νεοφιλελευθερισμού, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει στο διαμορφωμένο σημερινό περιβάλλον για την αντιμετώπιση του κύματος ακρίβειας (και όχι μόνο).

Η λύση τη δεδομένη χρονική στιγμή για το πρόβλημα της ακρίβειας (και κατ’ επέκταση της φτωχοποίησης μεγάλου μέρους της κοινωνίας),θα έρθει μέσα από την επανάκαμψη του κοινωνικού κράτους και μέσω μιας σειράς τολμηρών οικονομικών αποφάσεων. Σκοπός είναι να στηριχθεί τόσο συνολικά η οικονομία όσο και οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις ειδικότερα, που αποτελούν και τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων της οικονομίας της χώρας μας, ώστε τελικά να στηριχθούν οι πολίτες. Η λογική της συρρίκνωσης της οικονομίας και της εσωτερικής υποτίμησης (που κατά κόρον ακολουθήθηκε τα προηγούμενα χρόνια με σχεδόν ιδεοληπτική εμμονή) καθώς και τα περιβόητα trickle-downeconomics, έχουν αποτύχει και πρέπει να αντικατασταθούν από πολιτικές διαφορετικού ιδεολογικού αποτυπώματος, προοδευτικής και κεϋνσιανής λογικής– ώστε η προσέγγιση που ευρωπαϊκά και διεθνώς ανέδειξε ως αναγκαία η πανδημία να μην κλείσει ως παρένθεση το επόμενο διάστημα –καταπολέμησης της φτωχοποίησης, στήριξης των μισθών και κατ’ επέκταση της ζήτησης και της παραγωγής. Μια σειρά από προτάσεις που μπορούν να βρουν εφαρμογή είναι εν συντομία οι εξής:

– Η αύξηση του κατώτατου μισθού τουλάχιστον στα 800 ευρώ, ένα απολύτως αναγκαίο μέτρο που θα αυξήσει τη ζήτηση και την καταναλωτική κίνηση και θα δημιουργήσει μια θετική προδιάθεση στους καταναλωτές, κάτι που θα αποτυπωθεί και στην αγορά.

– Η καθιέρωση του Εισοδήματος Έκτακτης Ανάγκης, στη λογική όμως της στήριξης του ατόμου που χρειάζεται υποστήριξη π.χ. λόγω μείωσης του μισθού του, και όχι της αντιμετώπισης του νοικοκυριού ως ένα σύνολο (όπου άλλα μέλη του νοικοκυριού, μπορεί να μην έχουν τα ίδια προβλήματα) ώστε να μην αποκλείεται κάποιος που πραγματικά το έχει ανάγκη.

– Ρύθμιση της αγοράς στέγης (Air bnb, ενοίκια κλπ.) καθώς οι δαπάνες στέγασης αποτελούν σχεδόν το 1/4 της συνολικής δαπάνης των νοικοκυριών, περιορίζοντας έτσι δραματικά τα περιθώρια του μηνιαίου οικογενειακού προγραμματισμού, λαμβανομένης υπόψη και της εκρηκτικής ανόδου των τιμών στην εγχώρια αγορά ακινήτων.

– Η υποστήριξη των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τη χορήγηση χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα και την αξιοποίηση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας στο πλαίσιο και του Ταμείου Ανάπτυξης, όπως και της υλοποίησης του σχεδιασμού για τις μικροπιστώσεις, για τις οποίες υφίσταται ψηφισμένο αλλά πρακτικά «ανενεργό» θεσμικό πλαίσιο.

Γενικότερα, ο ρόλος των τραπεζών πρέπει να επανεξεταστεί, ώστε να αποτελέσουν ένα ουσιαστικό στήριγμα για την ανάκαμψη και την οικοδόμηση της ελληνικής οικονομίας. Σήμερα, ο ρόλος των (συστημικών) τραπεζών είναι προβληματικός, αφού σύμφωνα με την Έρευνα Πρόσβασης σε Χρηματοδότηση των χωρών της Ευρωζώνης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο financing gap (δηλαδή, τη διαφορά μεταξύ της ζήτησης για νέα δάνεια και της προσφοράς τους από τις τράπεζες), το οποίο φθάνει το 14%, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 4%. Επίσης, το 22% των αιτήσεων για δάνειο που υποβάλλουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα απορρίπτεται, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 8%. Δηλαδή, με άλλα λόγια, οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι σε σημαντικό βαθμό αποκλεισμένες από το χρηματοδοτικό σύστημα.

– Διαγραφή ή/και ρύθμιση των χρεών που δημιουργήθηκαν (και εξακολουθούν να δημιουργούνται) κατά τη διάρκεια της πανδημίας και αφορούν τόσο σε επιχειρήσεις όσο και φυσικά πρόσωπα, στο πλαίσιο μιας συνολικής προσέγγισης που από τη μία θα διασφαλίζει τη δημοσιονομική ισορροπία και από την άλλη θα ευνοεί την προσεκτικά μελετημένη ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους με όρους βιώσιμης επανεκκίνησης.

– Η Ελλάδα μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εκείνη με τις ακριβότερες τιμές για το ηλεκτρικό ρεύμα – 238,14 ευρώ ανά μεγαβατώρα σύμφωνα με το Energy Live στις 15/11/2021. Συνεπώς η κινητοποίηση εργαλείων για τη μείωση της τιμής του ρεύματος και όχι απλά η επιδότηση για κάποιο χρονικό διάστημα, είναι κομβικής σημασίας για την εν γένει πορεία της ελληνικής οικονομίας, δεδομένου ότι το σύνολο της κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας βασίζεται στην κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος. Η χαμηλή ενεργειακή αποδοτικότητα της ελληνικής οικονομίας είναι ένα άλλο ζήτημα, πολύ ουσιαστικό (συνδεόμενο και με το θεσμικό πλαίσιο των ενεργειακών κοινοτήτων) που οφείλουμε να δούμε, αλλά δεν εμπίπτει στην παρούσα ανάλυση. Η απαγόρευση διακοπών ρεύματος σε όσους δεν μπορούν να πληρώσουν το κόστος (ή εναλλακτικά η δωρεάν χορήγηση ρεύματος σε κάποιες κατηγορίες πολιτών βάσει κοινωνικών κριτηρίων) οφείλουν να εξεταστούν ως μέτρα ανακούφισης. Η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση βέβαια της ΔΕΗ, πρακτικά αποδυναμώνει τη δυνατότητα άσκησης τέτοιας κοινωνικής πολιτικής και αφήνει τους καταναλωτές περισσότερο έκθετους στις αναταραχές των αγορών.

– Μείωση όλων των ΕΦΚ σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο στα χαμηλότερα όρια που επιτρέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάτι που σταδιακά θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα και στον πληθωρισμό. Στο ίδιο πλαίσιο τοποθετείται και η πρόταση μείωσης του ΦΠΑ της εστίασης στο 6%.

– Η εξέταση της επιστροφής των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος αδείας στους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα (δεδομένου μάλιστα ότι στον ιδιωτικό τομέα, και σωστά, ποτέ δεν καταργήθηκαν).Μια τέτοια απόφαση θα αυξήσει περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα στην αγορά και συνεπώς την ενεργό ζήτηση. Η λογική είναι ότι «αν δίνεις περισσότερο εισόδημα στους πολίτες, η κατανάλωση θα αυξηθεί και επομένως η αγορά θα κινηθεί», οπότε το υπαρκτό δημοσιονομικό κόστος θα εξισορροπηθεί από την ενίσχυση της καταναλωτικής δαπάνης, την τόνωση των φορολογικών εσόδων, αλλά και την αποπληρωμή μέρους του συσσωρευμένου ιδιωτικού χρέους.

3. Η διαφορά βρίσκεται στην ιδεολογική προσέγγιση

Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις. Ακόμα και αν όλα τα παραπάνω προτεινόμενα μέτρα εφαρμοστούν ως δια μαγείας ταυτόχρονα, τα ευεργετικά τους αποτελέσματα δεν θα γίνουν άμεσα ορατά. Στην πραγματική οικονομία, ο παράγοντας χρόνος παίζει τον κρισιμότερο ρόλο και η υπομονή είναι εκείνη η συνδετική ουσία που θα εξασφαλίσει την επιτυχία των όποιων μέτρων, αυτών που προτείνονται πιο πάνω ή όποιων άλλων.

Η αναγκαία συνθήκη όμως, προκειμένου να επιτευχθεί η επανεκκίνηση και η ουσιαστική στήριξη της οικονομίας και των νοικοκυριών, με όρους ισότητας και βιωσιμότητας, είναι η αλλαγή της ιδεολογικής προσέγγισης και η στροφή προς μια περισσότερο κοινωνική πολιτική και προς μια λογική ίσου αλλά κυρίως δίκαιου επιμερισμού των βαρών μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων. Οι λύσεις τύπου «ελεύθερης και αρρύθμιστης αγοράς» ή «μιας αγοράς που αυτορυθμίζεται με τη βοήθεια ενός Αόρατου Χεριού» έχουν είτε αποδεδειγμένα αποτύχει είτε αφορούν μια άλλη εποχή.

Ο Κωνσταντίνος Βαλσαμάκης, ΜΒΑ, MSc, Απόφοιτος Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, Μέλος του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ

Πηγή: ieidiseis.gr